Συνέντευξη στη Μαρία Κορόζη
Ο Στέφανος Κατσάρκας γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε πολιτικός μηχανικός, όμως δεν εγκατέλειψε ποτέ τη μεγάλη του αγάπη, τη μουσική. Είναι αριστούχος διπλωματούχος του Κρατικού Ωδείου της Θεσσαλονίκης στη σχολή μονωδίας της καθηγήτριας Φανής Αιδαλή Σαπουντζή. Έχει τραγουδήσει σαν σολίστ τενόρος μεγάλα και σημαντικά θρησκευτικά έργα. Είναι μαέστρος στη χορωδία της Ευαγγελικής εκκλησίας της Θεσσαλονίκης για πάνω από μισό αιώνα, έχοντας παρουσιάσει πολυάριθμα έργα σε Ελλάδα και εξωτερικό.
Ένας άνθρωπος γεμάτος ζωή, γεμάτος γνώση και εμπειρίες, αφού στη μέχρι τώρα πορεία του έχει γίνει μάρτυρας σε πολύ σημαντικά γεγονότα που σημάδεψαν την Ελλάδα.
Η κουβέντα μου μαζί του προσέφερε πολλά στη ψυχή μου και κυρίως τη διαβεβαίωση ότι οι σπουδαίοι άνθρωποι μιλούν με τη δουλειά τους, είναι προσιτοί στους άλλους και δεν εφησυχάζουν ποτέ!
1. Μιλήστε μας λίγο για τα πρώτα χρόνια. Έχετε ωραίες παιδικές αναμνήσεις;
Γεννήθηκα και ανατράφηκα σ’ ένα ήρεμο και ειρηνικό οικογενειακό περιβάλλον. Από το άλλο μέρος μέχρι τα δώδεκα έζησα τον πόλεμο της Αλβανίας, την κατοχή και τον εμφύλιο. Μην περιμένεις λοιπόν να σου περιγράψω πόσο ειδυλλιακά ήταν αυτά τα χρόνια.
2. Ποια ήταν η πρώτη σας επαφή με τη μουσική;
Η επαφή με τη μουσική ξεκινάει για κάθε άνθρωπο από τα γεννοφάσκια του. Όσο για την κλασική μουσική, το πρώτο “κλικ” έγινε με τον “Μεσσία” του Χαίντελ στα δώδεκα μου, και το δεύτερο με τη συμφωνία “του ρολογιού” του Χάυντν στα δεκατέσσερά μου χρόνια. Σύντομα ακολούθησαν οι συμφωνίες του Μπετόβεν και του Μότσαρτ. Κι όλα αυτά βέβαια με τα φτωχά ηχητικά μέσα που διαθέταμε τότε μέσα από ραδιοφωνικούς σταθμούς γεμάτους με παράσιτα, ασυρμάτους και άλλους περίεργους κρότους, ή το πολύ-πολύ (πολυτέλεια για την εποχή) από δίσκους βινυλίου 78 στροφών που άλλαζαν κάθε ελάχιστα λεπτά, στο σπίτι ενός αγαπημένου φίλου που είχε κι αυτός το ίδιο “ψώνιο” με την κλασική μουσική.
3. Σε ποια φάση της ζωής σας αποφασίσατε ότι θέλετε να ακολουθήσετε το επάγγελμα του πολιτικού μηχανικού;
Ακριβώς τη χρονιά που πέτυχα στη φιλοσοφική σχολή ιδρύθηκε η πολυτεχνική σχολή του ΑΠΘ. Χωρίς ιδιαίτερο μεράκι για πολιτικός μηχανικός –παρόλο που πρώτευσα στις εισαγωγικές εξετάσεις- έκανα στροφή εκατόν ογδόντα μοιρών – και όχι … τριακοσίων εξήντα – γιατί θεώρησα πιο ωφέλιμο να μπω πιο δυναμικά στη ζωή και στην παραγωγή από το να γίνω ένας καθηγητής γυμνασίου ή φροντιστηρίου, καθώς η ακαδημαϊκή καριέρα μού φαινόταν αδιανόητη με τα δύο μόνο πανεπιστήμια της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης.
4. Διαισθανόσασταν τότε ότι όποιον επαγγελματικό “δρόμο” κι αν ακολουθούσατε η μουσική θα σας συνόδευε;
Ναι, γιατί ήμουν ήδη χορωδός οκτώ χρόνια και μαέστρος ταυτόχρονα με την έναρξη των πανεπιστημιακών μου σπουδών, κι ακόμη είχα συμπληρώσει τέσσερα χρόνια με ιδιωτικά μαθήματα βιολιού και στο κρατικό ωδείο Θεσσαλονίκης. Οι Γερμανοί λένε “Alte Liebe rostet nicht”, που θα πει: “Ο παλιός έρωτας δεν σκουριάζει”.
5. Έχετε αναλάβει τη μελέτη και την ανέγερση μερικών από τα πιο κομψά κτίρια της Θεσσαλονίκης. Αντηχούσε μουσική στο χώρο σας ενόσω εργαζόσασταν;
Ναι, περισσότερο από σήμερα, τόσο που να εκνευρίζω τα υπόλοιπα μέλη της πατρικής μου οικογένειας.
6. Έχει υπάρξει η μουσική τελικά ιδιαίτερη μούσα για εσάς;
Ναι, παρόλο που και οι υπόλοιπες καλές τέχνες δεν μ’ αφήνουν καθόλου αδιάφορο.
7. Ποιο είδος μουσικής σας συγκινεί περισσότερο;
“Η μουσική είναι μία”, συνήθιζε να λέει ο Μάνος Χατζιδάκις, και δεν είχε καθόλου άδικο. Οποιοδήποτε είδος ποιοτικής μουσικής μπορεί να συγκινήσει και να ενθουσιάσει. Βέβαια η μεγάλη μου αγάπη ήταν και είναι πάντα η έντεχνη, η “κλασική” μουσική όπως συνηθίζουμε να την αποκαλούμε, και ιδιαίτερα η συμφωνική κι ακόμη περισσότερο η θρησκευτική χορωδιακή που μ’ αυτήν ασχολούμαι τόσες δεκαετίες. Μπορεί όμως να μ’ ενθουσιάσει και ένα σπιρίτουαλ ή ένα γκόσπελ ή μια μουσική κάντρυ ή ποπ ή ροκ, ή ακόμη κι ένα λαϊκό τραγούδι από οποιαδήποτε χώρα του πλανήτη –και υπάρχουν τόσα ωραία “έθνικ” τραγούδια … Κι όπως είναι φυσικό η μουσική κάθε είδους των σπουδαίων Ελλήνων συνθετών κατέχει μια ιδιαίτερη θέση στην καρδιά μου.
8. Σας έχει τύχει να ακούσετε ένα μουσικό κομμάτι κι αμέσως να σας έρθει στο μυαλό μία προσωπική σας στιγμή;
Ένα μεγάλο πλήθος από σημαντικά μουσικά έργα συνδέονται με κάποιες στιγμές της προσωπικής μου ζωής.
9. Πόσα χρόνια έχετε που διατελείτε μαέστρος στη χορωδία της ευαγγελικής εκκλησίας της Θεσσαλονίκης;
Έχω ήδη έμμεσα απαντήσει πιο πριν. Τον Ιανουάριο συμπληρώνω εξήντα πέντε χρόνια στο πόντιουμ του μαέστρου.
10. Πως προέκυψε αυτή η συνεργασία;
Ήμουν μαθητής του δημοτικού σχολείου όταν ιδρύθηκε η χορωδία μας και σε ελάχιστα χρόνια από την ίδρυσή της ανέλαβα τη διεύθυνσή της, οργανώνοντάς την πάνω σε εντελώς καινούργιες βάσεις με σωστές τεχνικές προδιαγραφές και εντελώς καινούργιο ρεπερτόριο. Κι αυτό έγινε με πλούσια –κυρίως γερμανική- βιβλιογραφία, με παρακολούθηση σεμιναρίων, με συμμετοχή σε συναντήσεις χορωδιών κλπ.
11. Σε κάθε συναυλία νιώθετε έντονη την ανάγκη να μεταβιβάσετε τα σπουδαία μηνύματα του κηρύγματος του Χριστού στο κοινό σας;
Δεν είναι θέμα ανάγκης, η πίστη ενός χριστιανού εκδηλώνεται αυτονόητα σε κάθε τομέα της ζωής και της δραστηριότητάς του και όχι καταναγκαστικά, όπως συμβαίνει με αρκετούς “θρησκευόμενους”.
12. Πως βιώνετε προσωπικά την αγάπη;
Η ανοχή και η συγχωρητικότητα είναι βασικό στοιχείο της συμπεριφοράς του χριστιανού, όπως και η απουσία του φθόνου που είναι το ισχυρότερο από τα δηλητήρια που σκοτώνουν την αγάπη. Με τις παραπάνω προϋποθέσεις, ο δρόμος για την αγάπη είναι απλός περίπατος. Διαφορετικά είναι σα να προσπαθούμε να κτίσουμε πάνω σε σκουπίδια και μπάζα. Λίγο δύσκολο, δε νομίζετε;
13. Θεωρείτε πως η επαφή με την τέχνη σας έχει τονώσει ανώτερα συναισθήματα όπως η ενσυναίσθηση;
Δεν ξέρω αν η ενασχόληση με τη μουσική ή γενικότερα με την τέχνη κάνει τους ανθρώπους καλύτερους. Σίγουρα κάτι τέτοιο δεν ισχύει σα γενικός κανόνας. Προσωπικά για μένα η τέχνη και κυρίως η μουσική συνδέθηκε τόσο νωρίς και τόσο στενά με την χριστιανική μου πίστη και την πνευματική μου πορεία, που μου είναι αδύνατον να την “απομονώσω” και να περιγράψω αντικειμενικά την επίδραση και τα αποτελέσματά της.
14. Πως νιώθετε που η κόρη σας, έχει τόσα κοινά με εσάς, και συμμετέχει σε όλη αυτήν την όμορφη δουλειά που έχετε αναλάβει;
Μα δεν πρόκειται μόνο για την κόρη μου. Ολόκληρος ο “κορμός” της χορωδίας αποτελείται κυρίως από τότε που ιδρύθηκε από την ευρύτερη οικογένειά μου –αδέλφια, ξαδέλφια, ανίψια. Κι όσο για τους τρεις μας, τη γυναίκα μου Έμμυ, την αρχαιότερη χορωδό μας, την κόρη μου Κλαύδια, το “πρώτο βιολί” της χορωδίας κι εμένα, τολμώ να πως ότι η ύπαρξη της χορωδίας χωρίς τον καθένα από μας είναι αδιανόητη, κι όχι μόνο για καλλιτεχνικούς λόγους.
15. Γνωρίζοντάς σας, έχω καταλάβει ότι είστε ένας άνθρωπος που διαβάζει πολύ. Η λογοτεχνία σας βοήθησε να εμβαθύνετε ακόμα περισσότερο στη μουσική;
Όλα τα στοιχεία που αναπτύσσουν την προσωπικότητα αλληλοβοηθούνται.
16. Θεωρείτε ότι ανήκετε στους ρομαντικούς καλλιτέχνες;
Δε νομίζω ότι είμαι και τόσο ρομαντικός απ’ τη φύση μου. Οι σπουδές μου μάλιστα στο πολυτεχνείο μ’ έχουν μάθει να πατάω γερά και με τα δύο πόδια στο έδαφος. Η τέχνη με συγκινεί και με εμπνέει, ο ρομαντισμός όμως, όπως νομίζω, είναι κάτι διαφορετικό από τη συγκίνηση και την έμπνευση.
17. Ποια είναι η άποψή σας για τη θέση του έρωτα στη ζωή του ανθρώπου;
Όλα τα ευγενικά συναισθήματα συμβάλλουν στην ανάπτυξη και στην ολοκλήρωση μιας υγιούς προσωπικότητας, αρκεί να γίνεται η χρήση τους σε σωστές “αναλογίες” και προπάντων όχι σε βάρος της λογικής. Θα έλεγα μάλιστα ότι αυτό ισχύει ακόμη περισσότερο για το ερωτικό συναίσθημα.
18. Άραγε η αγάπη χωρά εγωισμό;
Ούτε η αγάπη, ούτε ο έρωτας μπορούν να βαδίσουν αντάμα με τον εγωισμό.
19. Ποιον ερμηνευτή θα είχατε, ως ευσεβή πόθο να διευθύνετε;
Εδώ θα προτιμήσω να μιλήσω με την δεύτερη μουσική μου ιδιότητα: εκείνη του μουσικού ερμηνευτή. Θα ‘θελα λοιπόν να τραγουδήσω “Μεσσία” με τον σπουδαίο παλιό – και πιστό χριστιανό- μαέστρο Μάλκολμ Σάρτζεντ, και 9η συμφωνία με τον μεγάλο Κάραγιαν (έχω ακούσει από δίσκο τον σολίστα του τενόρο από την Ωδή στη Χαρά και απόρησα με την επιλογή του).
20. Υπάρχει κάποια μουσική εκδήλωση στην οποία θα επιθυμούσατε αυτήν την περίοδο να παρευρεθείτε;
Όχι μονάχα αυτήν την περίοδο, διαχρονικά: στο φεστιβάλ του Μπάιροϊτ και στο φεστιβάλ του Ζάλτσμπουργκ.
21. Όλη αυτή η δύσκολη φάση που περνούμε με τον κορωνοϊό έχει επηρεάσει αρνητικά σε μεγάλο βαθμό το έργο σας;
Ό,τι χειρότερο: το εκμηδένισε. Ματαιώθηκε έτσι και την περασμένη χρονιά και ματαιώνεται και φέτος η χριστουγεννιάτικη συναυλία μας που έχει αποτελέσει παράδοση για πάνω από πενήντα χρόνια για την πόλη μας και που έχει σαν κυριότερη επιδίωξή της να αναδείξει το πραγματικό νόημα των Χριστουγέννων που έχει τόσο πολύ ξεχαστεί στην εποχή μας. Ας ελπίσουμε σε κάποια συνέχεια στο κοντινό μέλλον ανάλογα με την πορεία της πανδημίας.
22. Πως νιώθετε που γνωρίζετε ότι ο κόσμος λαχταρά κάθε χρόνο τη χριστουγεννιάτικη συναυλία σας;
Δεν ξέρω πόσοι είναι αυτοί που λαχταρούν όπως το λες, όπως όμως και να ‘ναι, σε τέτοιες περιπτώσεις το κυριότερο που νιώθει κανείς –πρέπει να νιώθει- είναι ένα αίσθημα αυξημένης ευθύνης ν’ ανταποκριθεί με τον καλύτερο τρόπο στις απαιτήσεις τους.
23. Και στο έργο, αλλά και στην καθημερινότητά σας, σας διακατέχει η χαρά. Ποια είναι η πηγή αυτής, της εσωτερικής σας χαράς;
Εδώ μπαίνουμε σε βαθιά νερά. Μην ανησυχείς, δεν πρόκειται να πνιγούμε. Κάποιος σπουδαίος χριστιανός αμερικανός συγγραφέας (υπάρχουν και μερικοί τέτοιοι) δίνει έναν πετυχημένο, κατά τη γνώμη μου, περιγραφικό ορισμό της χαράς “εν Κυρίω” κατά την έκφραση του αποστόλου Παύλου. Γράφει: “Όταν μιλώ για τη χαρά που δίνει ο Θεός, δεν μιλώ για κάποιο συναίσθημα. Εννοώ την άνθηση (flourishing) στο πνεύμα, στην καρδιά και στη ζωή που δοκιμάζουν οι χριστιανοί με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος. Η χαρά του Θεού μάς κάνει πιο ευτυχισμένους, αλλά ακόμη και πιο σοφούς, πιο ταπεινούς, πιο υπομονετικούς”. Με όσα ζήσαμε και ζούμε, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, ένα μόνο τέτοιο είδος χαράς θα μπορούσε να δικαιολογηθεί, και ίσως και σε συνδυασμό με έναν κάπως εύθυμο χαρακτήρα.
24. Είστε πολύ ιδιαίτερος άνθρωπος. Χαμογελάτε αληθινά μέσα σε μια κοινωνία που αδυνατεί να βιώσει τη χαρά. Τι πιστεύετε ότι πήγε λάθος σε αυτή την κοινωνία;
Έμμεσα έστω, νομίζω ότι έχω ήδη απαντήσει στο τόσο σημαντικό αυτό ερώτημα. Ο άνθρωπος –ή, όπως λες, η κοινωνία που είναι το ίδιο μια και αποτελείται από ανθρώπους- έχει χάσει τον προσανατολισμό του και ακολουθεί διαφόρους “παραδρόμους” με όλο και μεγαλύτερη ταχύτητα, ιδιαίτερα στους τελευταίους δυόμιση αιώνες, μετά τον λεγόμενο –και τόσο διαφημιζόμενο- “διαφωτισμό”, που έδωσε σημαντικά αποτελέσματα, στηρίχτηκε όμως σε εντελώς σαθρές βάσεις. Εδώ όμως ανοίγεται ένα μεγάλο κεφάλαιο που δεν μπορεί ν’ απαντηθεί με λίγες μόνο λέξεις. Το μόνο που μπορούμε να πούμε εδώ είναι ότι “ο διαφωτισμός” ανακάλυψε, ας πούμε, και προσπάθησε ν’ αξιοποιήσει τον ορθό λόγο, ξέχασε όμως Εκείνον που τον χάρισε στους ανθρώπους. Και τα οικτρά αποτελέσματα αυτής της “λησμονιάς” τα βλέπουμε όλο και περισσότερο καθημερινά.
25. Κλείνοντας τί ευχή θα δίνατε στους αναγνώστες μας;
Γρήγορη απαλλαγή από τον κορωνοϊό που μας έχει δέσει χειροπόδαρα και μας σημαδεύει.