Γράφει ο Γιώργος Αντωνόπουλος
Στη βίλλα «Ιλίσσια», επί της λεωφόρου Βασιλίσσης Σοφίας στην Αθήνα (πλησίον του Πολεμικού Μουσείου), βρίσκεται το Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο. Πρόκειται για ένα από τα σημαντικότερα μουσεία της βυζαντινής ιστορίας, το οποίο διαθέτει πάνω από 25.000 εκθέματα, οργανωμένα σε συλλογές, τα οποία χρονολογούνται από τον 3ο αιώνα μ.Χ. μέχρι τη σύγχρονη εποχή και προέρχονται από τον ελλαδικό βαλκανικό και μικρασιατικό χώρο.
Το μέγαρο που στεγάζει το βυζαντινό μουσείο χτίστηκε το 1848 από τον Έλληνα αρχιτέκτονα Σταμάτη Κλεάνθη. Στην αρχή χρησιμοποιήθηκε μέχρι το 1854 για να στεγάσει τα διαμερίσματα της Αμερικανο-Γαλλίδας φιλλεληνίδας Sophie de Marbois-Lebrun, γνωστή σε εμάς ως «Δούκισσα της Πλακεντίας». Αργότερα, δόθηκε στον ελληνικό στρατό, αφού εκεί μεταφέρθηκε για τρία χρόνια η στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων και στη συνέχεια άλλες στρατιωτικές υπηρεσίες. Η επιλογή του κτηρίου για τις ανάγκες του μουσείου αποφασίστηκε το 1930.
Λίγα λόγια για τη μόνιμη έκθεση του Βυζαντινού Μουσείου.
Χωρίς να θέλω να πλατειάζω, αναφέροντας ξεχωριστά όλα τα ευρήματα του μουσείου, άλλωστε, είναι στο χέρι του αναγνώστη να τα εξερευνήσει, θα πω δυο λόγια για τη μόνιμη έκθεση του. Η έκθεση αυτή χωρίζεται σε πέντε βασικές ενότητες ξεκινώντας από την Ύστερη Αρχαιότητα και φτάνοντας μέχρι τη σύγχρονη εποχή. Οι τέσσερις πρώτες συλλογές αφορούν τον Βυζαντινό Κόσμο, δηλαδή την ιστορία και τον πολιτισμό της βυζαντινής αυτοκρατορίας που με τη χιλιόχρονη παρουσία της διαμόρφωσε τον τότε μεσαιωνικό κόσμο. Τον πρώτο λόγο στις συλλογές αυτές φαίνεται πως έχουν τα ευρήματα που εξυπηρετούσαν τις θρησκευτικές ανάγκες των Βυζαντινών. Το γεγονός αυτό μας επιβεβαιώνει τον καθοριστικό ρόλο που διαδραμάτισε η Εκκλησία στο Βυζάντιο: εκκλησιαστικά αντικείμενα, ξυλόγλυπτοι σταυροί, προσκυνηματικά φιαλίδια, φορητές εικόνες, και μικρογραφίες με εκπληκτικά χρώματα μεταφέρουν τον περιηγητή σε έναν πνευματικό και υπερβατικό χώρο. Βέβαια, δεν λείπουν και τα στοιχεία από την καθημερινή ζωή των Βυζαντινών: αντικείμενα που χρησιμοποιούνταν για τις καθημερινές τους ανάγκες, φτιαγμένα από ευτελή υλικά όπως ο πηλός, το γυαλί ή ο χαλκός, καθώς επίσης και προϊόντα καλλιτεχνικής δημιουργίας (υφάσματα, κεραμικά, κοσμήματα και άλλα στολίδια), τα οποία συνιστούν αξιόλογες μαρτυρίες για τον καθημερινό τους βίο και επιβεβαιώνουν το γεγονός ότι ο Βυζαντινός ήταν πάνω από όλα άνθρωπος. Το βυζαντινό μουσείο διαθέτει επίσης περίπου 1.000 βυζαντινά νομίσματα, χρονολογημένα από τον 4ο έως τον 14ο αιώνα, τα οποία αποτελούσαν από τη μία έκφραση της αυτοκρατορικής προπαγάνδας και από την άλλη τον κύριο διαρθρωτικό παράγοντα του συστήματος των εμπορικών συναλλαγών.
Στην τελευταία ενότητα, ο περιηγητής αφήνει πίσω του το ένδοξο Βυζάντιο και επισκέπτεται τις ελληνορθόδοξες και μη κοινότητες του ελλαδικού, βαλκανικού και μικρασιατικού χώρου που αναπτύχθηκαν σταδιακά μετά την πτώση της αυτοκρατορίας από τους Οθωμανούς στις 29 Μαΐου 1453. Στις Βενετοκρατούμενες περιοχές, η συμβίωση των ορθοδόξων πληθυσμών με τους Δυτικούς και οι συνεχόμενες επαφές με τη Δύση έπαιξαν ουσιαστικό ρόλο στο να έρθουν οι πρώτοι σε επαφή με το πολιτιστικό κίνημα της Αναγέννησης, το οποίο επηρέασε βαθύτατα την καλλιτεχνική τους παραγωγή. Από την άλλη πλευρά, οι ορθόδοξοι πληθυσμοί των τουρκοκρατούμενων περιοχών ευνοήθηκαν από το οθωμανικό σύστημα διοίκησης και την καθοδήγηση της ορθόδοξης Εκκλησίας και κατάφεραν να διατηρήσουν την πολιτισμική και θρησκευτική τους κληρονομιά. Η συλλογή αυτή διαθέτει ποικίλα ευρήματα, τα οποία δεν αντικατοπτρίζουν μονάχα την έντονη θρησκευτικότητα των οικισμών αυτών (εικόνες, ασημένια εκκλησιαστικά σκεύη, αφιερώματα πιστών ή συντεχνιών) αλλά φανερώνουν επίσης μια πολιτιστική και οικονομική ανάπτυξη (χρυσοκέντητα πολυτελή άμφια, έντυπα ή χειρόγραφα βιβλία).
Τέλος, στην ενότητα αυτή παρουσιάζονται και περιοδικές εκθέσεις που σκιαγραφούν τη σχέση του βυζαντινού πολιτισμού με μορφές νεότερης τέχνης και θίγουν πολλαπλά ζητήματα που απασχολούν τον σημερινό καλλιτέχνη, όπως η πολιτική διαχείριση της πίστης στον σύγχρονο κόσμο, ο ρόλος της Ορθοδοξίας στην σύγχρονη εποχή, η συμβολική δύναμη της θρησκείας και η ολοένα και αυξανόμενη πάλη της Ορθόδοξης πίστης με τον σύγχρονο «άθεο». Η συνεχόμενη επικοινωνία της σύγχρονης τέχνης με τον Βυζαντινό Κόσμο επιβεβαιώνει τη διαχρονική αξία του βυζαντινού πολιτισμού στη σύγχρονη εποχή, η οποία τον αντιλαμβάνεται ως ένα πολιτικό, φιλοσοφικό και καλλιτεχνικό φαινόμενο.
Επιπλέον χρήσιμες πληροφορίες:
· Για την εξυπηρέτηση των ΑΜΕΑ και των γονέων με βρεφικά καροτσάκια, το μουσείο περιέχει ράμπες και ανελκυστήρας.
· Η φωτογράφιση επιτρέπεται, αλλά χωρίς φλας
· Αξίζει τον κόπο μετά την επίσκεψη σας να περιηγηθείτε και στους κήπους του Μουσείου, ενώ στον προαύλιο χώρο υπάρχει καφετέρια, όπου μπορείτε να τροφοδοτηθείτε με νερό, καφέ και σνακ.
· Το μουσείο βρίσκεται κοντά στον σταθμό μετρό του Ευαγγελισμού, ενώ πολλά λεωφορεία κάνουν στάση έξω από το Μουσείο. Τέλος, δεν προβλέπεται χώρος στάθμευσης από το Μουσείο.
Μαρμάρινο αγαλματίδιο του Ορφέα (4ος αιώνας). O μυθικός μουσικός Oρφέας, που η λύρα του μάγευε ανθρώπους και ζώα, παρομοιάστηκε από τους χριστιανούς με τον Χριστό, ο οποίος με τον γλαφυρό του λόγο γαληνεύει τις ψυχές των ανθρώπων.
Εικόνα: Χρυσά περίτεχνα σκουλαρίκια (6ος-7ος αιώνας). Ο καλλωπισμός των γυναικών ήταν μια διαδικασία ιδιαίτερα ευχάριστη στη Βυζαντινή.
Πήλινο σκεύος που χρησίμευε για την παρασκευή σάλτσας (12ος αιώνας). Σε αντίθεση με τις παραδομένες απόψεις, ο Βυζαντινός ήταν ένας άνθρωπος που αγαπούσε το εύγευστο φαγητό.
Εικόνα: Φορητή εικόνα του 13ου αιώνα που απεικονίζει τη Θεοτόκο να κρατά τον μικρό Χριστό με το δεξί της χέρι, ενώ με το αριστερό τον προτείνει στον θεατή και συγχρόνως τον ικετεύει για τη σωτηρία των ανθρώπων.
Εικόνα: Τοιχογραφία που απεικονίζει την ανάληψη του Χριστού στους ουρανούς (1449). Η τοιχογραφία βρισκόταν στο καθολικό της μονής της Παναγίας Οδηγήτριας στην Απόλπενα της Λευκάδας, εποχή κατά την οποία το νησί ανήκε στο Δουκάτο της Κεφαλλονίας, όπου εξουσίαζε η φλωρεντινή οικογένεια των Τόκκων. Η εικόνα αυτή συνδυάζει με μοναδικό τρόπο στοιχεία από τη βυζαντινή και τη Δυτική τέχνη.
Εικόνα: Δευτέρα Παρουσία 19ος αιώνας (Κωνσταντινούπολη). Η Δευτέρα Παρουσία αποτελεί μια θεματική που έχει εμπνεύσει πλήθος καλλιτεχνών, ενώ θεολόγοι και πατέρες της Εκκλησίας έχουν διατυπώσει αρκετές θεωρίες σχετικά με το τι θα συμβεί τότε.
Εικόνα: Άγιος Γεώργιος. Δημιουργός Νικόλαος Καντούνης, 1746. Ο άγιος απεικονίζεται έφιππος να καρφώνει με το δόρυ του το δράκοντα. Ο πίνακας έχει ζωγραφιστεί με την τεχνική της ελαιογραφίας και εκφράζει τη νατουραλιστική τεχνοτροπία που είχε επικρατήσει στη Δυτική Ευρώπη από την Αναγέννηση και μετά. Τέλος, εντυπωσιακή είναι η ήρεμη και ρομαντική ατμόσφαιρα που κυριαρχεί στον χώρο καθώς επίσης και το ανθρώπινο βλέμμα του αλόγου που στρέφεται προς τον ουρανό.
Για τις εικόνες, βλ. https://www.byzantinemuseum.gr/el/